Ομιλία στα Υακίνθια 2024
Καλησπέρα σας.
Αξίζουν θερμά συγχαρητήρια στον Λουδοβίκο και σε όλη την οργανωτική ομάδα για όλα αυτά τα ωραία που συμβαίνουν εδώ και που η δυσκολία της πρόσβασης αλλά και το βουνό το ίδιο, λειτουργούν σαν καθαρτήριο ώστε να μπορούμε να τα βιώσουμε αληθινά.
Αποδεχόμενος την πρόσκληση του Λουδοβίκου, τον οποίο ευχαριστώ θερμά γι’ αυτό, αποδέχτηκα και την πρόκληση να μιλήσω για τον μοναδικό Μάνο Χατζιδάκι και τα Ανώγεια, που βέβαια ο ίδιος ο Λουδοβίκος ως μουσικός, είναι παιδί και των δύο.
Πρόκληση γιατί τι να πεις για τον Μάνο Χατζιδάκι που να μην είναι γνωστό και χιλιοειπωμένο.
Τα πιο ωραία, τα έχει πει βέβαια ο ίδιος αναζητώντας και περιγράφοντας τον εαυτό του.
Ο μόνος ίσως τρόπος να μην κοινοτυπήσω είναι να απαλλάξω τον Μάνο Χατζιδάκι από το επίθετο του και να μιλήσω για τον Μάνο.
Εξ άλλου ο ίδιος είχε ελαφρύνει το επίθετο του μετατρέποντας τα 2 ήτα σε γιώτα απαλλασσόμενος έτσι από το οικογενειακό, το σωματικό βάρος ή ότι άλλο σήμαινε αυτό.
Κάτι που πολλοί από εμάς θα θέλαμε να κάνουμε αλλά για διάφορους λόγους δεν το πράττουμε.
Έτσι ανατρεπτικά λοιπόν όπως άρεσε στον Μάνο πρέπει σύμφωνα με την σύσταση του, να βλέπουμε τα πράγματα.
Μέσα σε μια διαρκή ανανέωση, μια διαρκή νεότητα, η οποία δεν ορίζεται από υπάρχοντα στερεότυπα αλλά από το ελεύθερο πνεύμα το οποίο βυθίζεται στην αληθινή παιδεία, στην κρίση και στην ελεύθερη έκφραση και αναδύεται στο ελληνικό φως για να ξαναορίσει ό,τι μπορεί να οριστεί.
Πριν μιλήσω όμως για τον Μάνο θα αναφερθώ πρώτα στον Χατζιδάκι και τα Ανώγεια:
Όλα ξεκίνησαν όταν το 1977 ο Γιώργης Κλάδος, τότε δήμαρχος Ανωγείων, άνθρωπος με ανοιχτό μυαλό και εξωστρέφεια, είχε την διορατικότητα να προτείνει σε συνάντηση τους στην Αθήνα, στον Μ. Χατζιδάκι να έρθει στα Ανώγεια και να οργανώσει μουσικούς αγώνες και τριήμερα πολιτισμού.
Εκεί η ιστορία συνωμότησε υπέρ των Ανωγείων:
Ο Χατζιδάκις, κατέχοντας την θέση του διευθυντή της Λυρικής σκηνής και της κρατικής συμφωνικής ορχήστρας, ήταν απηυδησμένος από την δημοσιουπαλληλίστικη συνδικαλιστική νοοτροπία των μουσικών της ορχήστρας, καθώς και την γραφειοκρατική αντίληψη του πολιτικού προσωπικού του υπουργείου πολιτισμού.
Ετσι η πρόταση αυτή του έδωσε την προοπτική να φτιάξει μακριά από την αστική υποκρισία, όπως έλεγε, κάτι όπως ακριβώς το ήθελε.
Τα υπόλοιπα έγιναν ιστορία, πολιτισμός και σπορά για τους επόμενους.
Λέει ο Χατζιδάκις:
"Άνοδος Ανωγείων σημαίνει, εξ Ηρακλείου σεβαστή απόσταση κι ένα ξεδίπλωμα φανταστικής ενδοχώρας, πού τήνε λούζουν αφρικανικοί αγέρηδες κι ένα ατελείωτο μεσογειακό φως.
Μια ανοδική πορεία πού όταν σταθείς, βλέπεις τους κάμπους να χύνονται ασταμάτητα στις θάλασσες και τα βουνά τ’ αντικρινά, ερωτικά ν’ ασπάζονται τον ίσκιο σου.
Κι Αγώνες Λύρας πάει να πει, συνάθροιση Λυράρηδων από παντού της χώρας, σ’ ένα χωρίς διάλειμμα ευγενικό αγώνισμα πού αρχίζει πέντε τ’ απόγευμα και πού τελειώνει πέρ’ απ’ τις μια, μετά το μεσονύχτι.
Και μες σ’ αυτό, το ξέσπασμα τ’ ομαδικό, επιβραβεύεται αυτός, πού με τη μαστοριά και το βαθύ του αίσθημα, θα ξεδιπλώσει τους αυτοσχέδιους μαιάνδρους, πού θα περιέχουν την παράδοση ολοζώντανη, ενώ συγχρόνως θα στοχεύει και τα μελλοντικά.
Θ’ αποκαλύπτει μυστικά.
Τα Ανώγεια ζούνε για δυο μέρες μια μουσική εμπειρία μοναδική.
Χωρίς επίσημους και τελετές, χωρίς λογύδρια εθνικά.
Μες στην πλατεία του χωριού, παρουσιάζεται ολόγυμνη ή φαντασία, ή έμπνευση κι ή μουσική ευαισθησία ενός ολόκληρου λαού. Του κρητικού λαού. Κι ενός νησιού. Της Κρήτης.
Όταν αδιάκοπα ζεις καθημερινά την αθλιότητα των Αθηνών, με την επίσημη αστική διάβρωση της, τότες ή άνοδος των Ανωγείων είναι περίπου άνοδος των Ηλυσίων Πεδίων."
"Οι Αγώνες Λύρας αποτελούν μιάν ελπιδοφόρα αρχή και ένα κέντρισμα, στο μέλλον να συνηθίσουμε ν’ ακούμε Μουσική, όχι αισθηματικά, όπως γινόταν ως τα σήμερα, αλλά με την καρδιά μαζί και με το νου.
Να μάθουμε να παρακολουθούμε την μελωδική ανάπτυξη σαν μια ιδέα πού ξεδιπλώνεται αποκαλυπτικά και μας αφορά βαθύτατα και σαν Έλληνες και σαν πολίτες του σήμερα.
Να μάθουμε ν’ ακούμε Μουσική κι όχι σοβαροφανείς αμηχανίες ή ατάλαντες συμφωνικές σοβαροφάνειες.
Οι Αγώνες Λύρας στ’ Ανώγεια είναι μια Ελληνική αρχή, για Μουσική.”
Απόσπασμα από το βιβλίο
"Ο καταστασιακός Μάνος Χατζιδάκις"
"Ανώγεια, Δευτέρα 13 Αυγούστου 1979 1η Ημέρα του τριημέρου των εκδηλώσεων "Μουσικοί αγώνες Ανωγείων" που διοργανώνει ο Δήμος Ανωγείων σε συνεργασία με τον Μάνο Χατζιδάκι.
Πρόγραμμα:
Από τις 8 το πρωί, ξύπνημα και πρωινό ρόφημα στα καφενεία των Ανωγείων.
Στις 11.00 οι καλεσμένοι συναντιώνται στο θέατρο κάτω από το Δημαρχείο, για να συζητήσουν γύρω από την παράδοση.
Ο Μάνος Χατζιδάκις αφού καλωσορίσει τους καλεσμένους αρχίζει να μιλάει με θέμα:
"Η σημασία και η χρησιμότητα μιας παράδοσης - και ποιάς παράδοσης- στο σήμερα." Ο ίδιος είναι ο συντονιστής και ο Φίλλιπος Ηλιού, ο Μάρκος Δραγούμης και η Ελένη Καραίνδρου είναι οι τρεις εισηγητές της ημέρας.
Ύστερα από κάθε ομιλητή ακολουθεί ζωηρή συζήτηση.
Στις δύο οι καλεσμένοι φεύγουν από το θέατρο για να συνεχίσουν την συζήτηση, τρώγοντας μεσημεριανό στο εστιατόριο "Πράσινη Φωλιά" του Γιώργου Καλομοίρη.
Μετά το γεύμα κοιμούνται και στις επτά μαζεύονται στην πλατεία του Δημαρχείου να παρακολουθήσουν τους αγώνες Κρητικής Λύρας που βαστούν ως τα μεσάνυχτα."
Το βράδυ στην ταβέρνα "Μιτάτο" για φαγητό και έπειτα στην πλατεία του Αϊ Γιώργη για γαλακτομπούρεκο και τελευταία σχόλια πριν τον ύπνο.
Αυτό ήταν το ημερήσιο πρόγραμμα.
Ο Χατζιδάκις συγκέντρωσε στα Ανώγεια της Κρήτης όλη την «αφρόκρεμα» του πολιτισμού και της διανόησης της χώρας, για έναν ξεχωριστό διάλογο με θέμα την παράδοση.
Κατ' εμέ τα πιο σημαντικά λόγια βγήκαν από το στόμα του ιδίου:
"Σαν ξαναβρήκα μέσα μου την Κρήτη, μ’ εντυπωσίασε που οι νέοι της χορεύανε τη νύχτα κρητικούς χορούς, κι όχι ξενόφερτους, ντυμένοι γαμπριάτικα και μασουλώντας τσίχλα.
Το βρήκα τούτο εξαίσιο και φωτεινό παράδειγμα για την απάνω χώρα.
Μα όσο το 'βλεπα, τόσο και περισσότερο γινόμουν σκεφτικός και άρχιζα να ξεχωρίζω κάποιον κίνδυνο.
Τον κίνδυνο του γραφικού.
Αυτόν, που μας παρουσιάζει εύκολα, προκλητικά με το ιδιόμορφο πρόσωπό μας, χωρίς νά 'χουμε μάθει, στο μεταξύ, να ζούμε άνετα και φυσικά την καταγωγή μας.
Γιατί η παράδοση έχει αξία μονάχα όταν δεν στηρίζεται στην αναπαράσταση, αλλά στην καθημερινή και δίχως επιτήδευση ζωή μας.
Όταν δηλαδή το κληροδότημα χρησιμοποιείται φυσικά, και δίχως την ανάγκη επεξήγησης.
Τότε μονάχα οφείλει να υπάρχει.
Διαφορετικά, θά ναι καλό να εξαφανιστεί μέσα στον Χρόνο, κι ας έχουμε πιο δεύτερες συνήθειες αποκτήσει.
Γιατί η ποιότητα της κληρονομιάς ανήκει στη ζωντανή ύλη που περιέχουμε, κι όχι στο ήθος ή στο ύφος αλλοτινών καιρών.
Ανώγεια-Μάνος Χατζιδάκις
1978 ως το 1981, 3 χρόνια, 3 τριήμερα πολιτισμού με τους ΄΄Μουσικούς Αγώνες λύρας΄΄ στα Ανώγεια, με θεματικές συζητήσεις υψηλών πνευματικά προσκεκλημένων, με συναυλίες με τους σπουδαιότερους συνθέτες και τραγουδιστές της χώρας, που άφησαν ιστορία και που όσοι τυχεροί τα ζήσαμε, άφησαν ανεξίτηλο αποτύπωμα μέσα μας.
Ταυτόχρονα όμως έκαναν τα Ανώγεια Πανελλήνιο κέντρο τέχνης και πολιτισμού πράγμα που ο απόηχος του κρατά ακόμη μέσα στην ζωντανή ύλη που περιέχουμε, όποιοι την περιέχουμε.
Τα Ανώγεια σμιλεύτηκαν από την παρουσία του Μάνου και των υψηλών προσκεκλημένων του.
Όλοι τους σχεδόν φιλοξενούνταν σε σπίτια μιας και δεν υπήρχαν ξενοδοχεία τότε. Οι κάτοικοι του χωριού γνώρισαν το νέο, το διαφορετικό, το πνευματικά υψηλό, αυτό που θα μπορούσε ίσως να τους εξηγήσει που βρίσκεται η αλήθεια σε αυτό που βίωναν καθημερινά.
Κάτι που ενώ ίσως ένιωθαν την αξία του δεν μπορούσαν συνειδητά να το επεξηγήσουν.
Τα Ανώγεια αγκάλιασαν το Χατζιδάκι και τους προσκεκλημένους του.
Τον έκαναν επίτιμο δημότη τους.
Υπήρχε εκείνη την εποχή μια κρίσιμη μάζα ανθρώπων που διψούσε για παιδεία, για εξέλιξη, για επαφή με το νέο, το διαφορετικό.
Αυτή η κοινότητα ανθρώπων υποστήριξε το έργο του και πέραν της φιλοξενίας, ήταν κοντά σε κάθε επιθυμία του.
Και η ίδια βέβαια σμιλεύτηκε και γοητεύτηκε από το απαράμιλλο ποιητικό πνεύμα του.
Όταν έφερε ένα πιάνο, το οποίο δώρισε αργότερα στον Δήμο Ανωγείων και υπάρχει ακόμα, με χιουμοριστική διάθεση ο Αντώνης Καλομοίρης, δημοτικός σύμβουλος και άμεσος συνεργάτης του Δημάρχου του είπε:
κ. Χατζιδάκι, δεν μας έφερνες ένα φορτωτή να φτιάξομε δρόμους, να καλλιεργήσουμε χωράφια;
Και του απάντησε ο Χατζιδάκις:
"εδώ ήρθαμε να καλλιεργήσουμε το πνεύμα μας", δείχνοντας με την χαρακτηριστική κίνηση τον κρόταφο του.
Σε μια άλλη αποστροφή του λόγου του λέει στον Αντώνη:
"αν θαυμάζεις πάρα πολύ έναν καλλιτέχνη, να εύχεσαι να μην τον γνωρίσεις ποτέ από κοντά".
Αγάπησε πολύ τα Ανώγεια.
Όπως μου μετέφερε ο Λουδοβίκος:
ήθελε πολύ να αγοράσει γη και όπως είχε πει να φτιάξει ένα κτήμα στο οποίο να φέρει και τα οστά της μάνας του.
Έλεγε: "στην είσοδο του κτήματος θα έχει ένα πολιτσμάνο να ελέγχει. Και για να μπεις μέσα θα υπήρχε μια βασική προϋπόθεση:
να είσαι ερωτευμένος"
Όπως εξηγούσε στον στιχουργό Κώστα Φασουλά, η λέξη Ανώγεια δεν σηματοδοτεί και δεν νοηματοδοτεί απαραίτητα την ορεινή θέση του χωριού. Είχε δική του ερμηνεία. Το Α, έλεγε, μαρτυρεί τη μικρή απόσταση του τόπου από τον θεό.
Το Νω ως ανορθόγραφο συναντιέται με το Νογώ, δηλαδή με την έντονη αίσθηση των Ανωγειανών να αισθάνονται το βάθος των πραγμάτων. Όμως εκεί που κρατούσε παραπάνω τον συλλογισμό του –και μαζί γοητευμένος– είναι το Γεια.
Ένα χωριό, έλεγε, που χαιρετά και χαιρετίζει με το όνομά του. Κάπως έτσι μοίραζε τη λέξη Ανώγεια.
Εκείνη την περίοδο που ελάμβαναν χώρα οι "Μουσικοί Αγώνες Ανωγείων" μεταξύ άλλων ένας νέος 15 χρονών έπαιζε λαούτο και συνόδευε τους λυράρηδες στους Αγώνες λύρας.
Έχοντας προκαλέσει το ενδιαφέρον του Μάνου Χατζιδάκι, όχι τόσο για το παίξιμο, ίσως, όσο για το νεαρό της ηλικίας του, προτείνει δημόσια στον Δήμο Ανωγείων και στην κριτική επιτροπή να δώσουν ένα ειδικό βραβείο στον νεαρό αυτό για την συμμετοχή του.
Αυτός έτυχε να είναι ο ομιλών.
Έκτοτε όπως και πολλοί άλλοι συνδέθηκα με τον Μάνο, στην αρχή ασυνείδητα, αργότερα πιο συνειδητά και τελικά πολύ πιο βαθιά όχι με το πρόσωπο του αφού δεν τον συνάντησα προσωπικά, αλλά με την μουσική του και τον ποιητικό και ανατρεπτικό του λόγο.
Όπως καταλάβατε ήρθε η ώρα του Μάνου.
«Δεν είναι το τραγούδι μου μονόφωνη αρτηρία ούτε μια πολυφωνική και λαϊκή υστερία. Είναι μια μυστική πηγή, μια στάση πρέπουσα και ηθική απέναντι στα ψεύδη του καιρού μας, ένα παιχνίδι ευφάνταστο μ’ απρόβλεπτους κανόνες, μια μελωδία απρόσμενη που γίνεται δική σας, δεμένη αδιάσπαστα με άφθαρτες λέξεις ποιητικές και ξαναγεννημένες…».
Έλκοντας την καταγωγή του απ’ τη Δύση, αλλά κι από μια βαθιά ριζωμένη μέσα του Ανατολή, ήταν μεν λάτρης της δυτικής μουσικής έκφρασης αλλά ταυτόχρονα και δεινός ερευνητής των μουσικών τρόπων και δρόμων της ανατολής οι οποίοι αναδύονταν μέσα από το ρεμπέτικο και την παραδοσιακή μας μουσική.
Νέος σύχναζε στα καπηλειά που έπαιζαν ρεμπέτικα τραγούδια και μια φορά που κινδύνεψε να φάει ξύλο από κάτι νταήδες, τον έσωσε ο Βαμβακάρης.
Ήξερε πως η μουσική του χρειάζεται μια οργάνωση, μια τάξη όπως στη δυτική μουσική.
Αλλά ταυτόχρονα χρειάζεται ελευθερία έκφρασης και συναισθήματος και αυτοσχεδιαστικές τάσεις που αφθονούν στην Ανατολή.
Τα συγκέρασε και τα δύο σε ύψιστο βαθμό και κυρίως βαθιά Ελληνικό.
Όπως έλεγε: " αν στη θέση της λέξης Έλληνας βάλουμε την λέξη άνθρωπος τότε θα συνδεθούμε με μια πιο βαθιά παράδοση που όλως τυχαίως είναι γνησίως Ελληνική."
Στα έργα του με την Φλέρυ και ιδιαίτερα στον Μεγάλο Ερωτικό, κατάφερε να φτάσει πολύ βαθιά σε νοήματα και έκφραση, ως την αρχαία ελληνική τραγωδία και να αναδείξει την θεϊκή μα και συνάμα τραγική ανθρώπινη υπόσταση.
Ο Μάνος περιφρόνησε παραδοσιακές δομές, φόρμες και θεσμούς όχι όμως την αληθινή τους διάσταση αλλά αυτήν που μας κρατά δέσμιους σε αποφάσεις άλλων για εμάς.
Αντιστάθηκε στην ασχήμια, στο φτηνό και ευτελές.
Στο λαϊκισμό και στο ψέμα.
Στην εφήμερη δόξα και στην υποδούλωση μας σε αυτήν.
Περιφρόνησε τον ίδιο του τον εαυτό όταν δεν μπόρεσε να αντισταθεί σε αυτά, αρνούμενος βραβεία Όσκαρ, τραγούδια που έγραψε για βιοποριστικούς λόγους κι ας γίναν επιτυχίες και κάθε πλευρά του εαυτού του που έτεινε να ξεφύγει από τα βαθύτερα πιστεύω του.
Ο Μάνος θέλησε και το πέτυχε με την τέχνη του να αναδείξει όλα εκείνα τα πρότυπα και τα στοιχεία που καλλιεργούν την ανθρώπινη υπόσταση μας.
Αυτήν που δεν αφήνει το κτήνος που ενυπάρχει μέσα μας να αναδυθεί και να εκφραστεί με όλες αυτές τις απαίσιες μορφές που κατά καιρούς έχει παρουσιαστεί αλλά και παρουσιάζεται στην ανθρώπινη ιστορία.
Είτε μαζικά, είτε μεμονωμένα.
Ο ίδιος έλεγε ότι: «η αληθινή παιδεία που κάνει τον άνθρωπο να σκέπτεται και να κρίνει είναι το φάρμακο απέναντι σε αυτό το κτήνος».
Πίστευε στην μουσική και στην τέχνη γενικότερα που μας καλλιεργεί και μας κάνει καλύτερους ανθρώπους.
Και όχι σε αυτήν που εξυπηρετεί και κολακεύει τις συνήθειες και τις επιθυμίες μας.
Περιέγραψε, ανέδειξε και εξύμνησε την φωτεινή πλευρά της ανθρώπινης ύπαρξης.
Την αξιοπρέπεια μα και την αντισυμβατικότητα.
Την αναζήτηση μα και την ανατροπή, την αποδοχή της διαφορετικότητας, την αποστροφή στην ευτέλεια, στην συνήθεια και σε κάθε τι που στερεί την ελευθερία της σκέψης και της έκφρασης.
Λοιδορήθηκε γι’ αυτά και πολλοί σπουδαίοι, κατ' όνομα, φίλοι τον πρόδωσαν και τον εγκατέλειψαν.
Γιατί τελικά δεν είναι εύκολο να αντισταθείς.
Μα η ευγενική μορφή του Μάνου εξυμνούσε τον έρωτα για τη ζωή ως μεγάλη μορφή αντίστασης.
Λέει ο Γιώργος Μουλουδάκης, που τιμά την μνήμη του Μάνου στην αρθρογραφία του και στην τέχνη του με μια απαράμιλλη αισθητική:
"Ο Μάνος Χατζιδάκις κατάφερε να καταστήσει διαυγή την ανταγωγική μας λάσπη.
Πλέκει την λεπτή ύφανση της χαράς με τη λύπη, της γιορτής με τη θλίψη, που είναι το κύριο ψυχικό χαρακτηριστικό του τόπου του, βγαλμένο κατ’ ευθείαν από τα λυτρωτικά αρώματα της Ελληνικής Μεγαλοβδομάδας.
Γιορτάζει λοιπόν, σαν να προλέγει έναν θάνατο, πεθαίνει, προοιωνίζοντας τη γιορτή.
Η μουσική του μας εξομολογείται όπως το μοιρολόι μιας μάνας στα Ανώγεια, που μπαίνει υπόγεια στη μνήμη του κορμιού και είναι εκεί για τη μιάν ώρα που θα το χρειαστείς".
Όταν επέλεγα τα αποσπάσματα αυτά, δεν φανταζόμουν ότι μια καλή συγκυρία θα το έφερνε ο Γιώργος, κιθαρίστας και στενός συνεργάτης του Μάνου, να είναι μαζί μας εδώ απόψε.
Κι ο φίλος του Μάνου
Μίκης Θεοδωράκης είχε πει:
"Ακούς ένα τραγούδι του Χατζιδάκι, τελειώνει και νιώθεις μέσα σου ευγενέστερος.
Γιατί ξεπλένει από μέσα μας κάθε ευτέλεια, ανελευθερία και λαϊκισμό, δικό μας ή των άλλων, αδιάφορο.
Υπάρχει κάτι σαν κορυφαία πράξη αντίστασής μέσα σ’ αυτά τα αγαπημένα κομμάτια.
Σαν γλυκό φως στο σκοτάδι, που μας κάνει πιο ταπεινούς, δηλαδή πιο ικανούς για την αμοιβαία, επιτέλους, συγχώρεση.
"Ο Μάνος ανήκει στην, γεμάτη φως, πλευρά της πνευματικής ελίτ του Ελληνισμού.
Κατάφερε να ανιχνεύσει και να εκφράσει την βαθιά ελληνικότητα του απαλλαγμένος από έννοιες του τύπου πατρίς, θρησκεία, οικογένεια, παράδοση, έθνος, φυλή κ.α.
Κατάφερε να δώσει στην Ελληνικότητα μια άλλη διάσταση, οικουμενική, διαχρονική και πρωτίστως ανθρωποκεντρική. Αυτή που πραγματικά είναι.
Κάθε που χάνεται η βάση αυτής της διάστασης ο Ελληνισμός φαίνεται να μικραίνει.
"Ερωτισμός και Αττική παιδεία.
Αυτό ήταν το περιεχόμενο μου και ευτυχώς για μένα το μετέτρεψα σε τέχνη." είχε πει.
Ο Μάνος ο βαθιά Ελληνικός, ο Απολλώνιος και ταυτόχρονα ο Διονυσιακός.
Ένα αιώνιο σύμβολο, ποιητικό, ανθρώπινο μα και συνάμα θεϊκό για όλους όσους τον αγαπάμε.
Ο Μάνος ένα "δώρο των θεών στην χώρα μας" όπως είχε πει ο Μίκης.
Ο Μάνος, ένας Φάρος που δείχνει δρόμους αληθινούς σε καιρούς που έρχονται θύελλες.
Υπάρχει ένα αίτημα που ο Μάνος θέτει με το έργο του και οφείλουμε να το υποστηρίξουμε:
Να ψάξουμε και να βρούμε την αληθινή, την γνήσια έκδοση του εαυτού μας. Και όχι αυτήν που στηρίζεται σε ψεύτικα είδωλα στον καθρέπτη.
Το να περιγράφεις τον Μάνο που νιώθεις και αισθάνεσαι, είναι μια πράξη αυτογνωσίας και συνταύτισης.
Στα βαθύτερα, στα αληθινά, στα γνησίως Ελληνικά.
Ευχαριστώ.
Γιάννης Καλομοίρης
Ανώγεια 28 Ιουλίου 2024